Μεταμέλεια

0.0/5 | 0


Ἀνάθεμα τὴν πρώτ᾿ ἀρχή,
ποὺ μ᾿ εἶπαν νὰ πιστέψω,
πὼς δὲν μοῦ σώζετ᾿ ἡ ψυχή,
σὰν δὲν καλογερέψω!

Ἀπ᾿ τὴν ζωῆς τὴν Πασχαλιὰ
μ᾿ ἔκαμαν νὰ ξεπέσω·
ν᾿ ἀφήσω μακριὰ μαλλιὰ
καὶ ράσο νὰ φορέσω.

Νὰ ζῶ μὲ τὸ ξερὸ ψωμί,
μὲ τὸ νερὸ μονάχα·
γιὰ νὰ παιδέψω τὸ κορμί,
καὶ γιὰ ν᾿ ἁγιάσω τάχα!

Καλόγεροι, σᾶς προσκυνῶ,
καὶ σᾶς φιλῶ τὰ χέρια.
Καὶ σᾶς πετῶ τὸν οὐρανὸ
καὶ τὰ χρυσὰ τ᾿ ἀστέρια.

Πετῶ τὸν σκοῦφο στὸ κελί,
τὸ ράσο στὸ ντουλάπι·
τὸν νοῦ μου – μόνο στὸ φιλὶ
καὶ μόνο στὴν ἀγάπη.

Θωρῶ πουλάκια στὴν αὐλή,
ποὺ παίζουν ταῖρι ταῖρι,
καὶ λέγω: νἄμουνα πουλί!
Νὰ ἤμουν περιστέρι!

Θωρῶ κοπέλες ποὺ περνοῦν
νὰ πᾶν στὸ περιβόλι
κι αὐτοῦ ποὺ κοντοπροσκυνοῦν
μὲ παίρνουν οἱ Διαβόλοι!.



 
KOMENTARZE