Ο διάβολος δεν παίζει πια ψυχές στα ζάρια

author:  Natassa Koumpouni
5.0/5 | 1


Κάτω στο Μοναστηράκι πούλησα την ψυχή μου για πέντε ευρώ σε ένα παλιατζίδικο. Ξέρω στοιχίζει πολύ περισσότερο, μα κανείς δεν αγοράζει ψυχές πια.
Ούτε αυτός ο διάβολος! Κυκλοφορούν τόσα πολλά γκάτζετ, φιρμάτα ρούχα, μουράτα αυτοκίνητα. Με λίγα ευρώ βάζεις βυζιά, αγοράζεις καινούργια μύτη, αποχτάς το χαμόγελο της κολγκέιτ. Αγοράζεις πιπίνια, μωρά, νεφρά, καρδιές... αγάπη κι όνειρα! Οι ψυχές δεν πουλάνε ούτε στις εκπτώσεις. Πουλάει όμως ο τζόγος, οι ψεύτικες υποσχέσεις, οι λουστράτες λεζάντες, οι διαφημίσεις της κόκα κόλα, ο κύριος Μακ Ντόναλντ, οι πουτάνες στην Πατησίων και οι μαύροι στην Ομόνοια.
Με ακούει κανείς; Είχα μια ψυχή, την πούλησα μόνο για πέντε ευρώ και τώρα κλαίω. Τι λες ρε κοπελιά, μια ψυχή, τι είναι αυτό φρούτο; Καλό δεν λέω, αλλά βαρετό, πιάσε καλύτερα μια αμίτα μόσιον. Σόρυ φίλε, εγώ δεν πίνω αμίτα, πίνω μόνο κρασί. Κόκκινο, σαν το αίμα μου...
Κατέβηκα στο Θησείο και πήγα στο James Joyce κάθισα στη μπάρα και παρήγγειλα ένα ποτήρι κόκκινο κρασί. Ο μεθυσμένος με μπύρα Ιρλανδός δίπλα μου με ρώτησε: ¨Ελληνίδα;" "Ναι" του απάντησα "αλλά δεν έχω ψυχή" "Δεν πειράζει, είσαι όμορφη" μου είπε με νόημα. Σωστά! σκέφτηκα ειρωνικά. Γύρισα προς το μέρος του και του είπα "Cheers man, cheers to the lost souls" χαμογέλασε και με ρώτησε "what about some company" του χαμογέλασα κι εγώ και απάντησα "no my friend, tonight I am going solo". Απέναντι από την μπάρα στην εξώπορτα στεκόταν ο διάβολος, με ή χωρίς ψυχή, ακόμη έπαιζε μαζί μου. Γύρισα προς το μέρος του, ανασήκωσα το ποτήρι μου και φώναξα "στην υγειά σου, αυτό το παιχνίδι το ξέρεις καλά! Στα ζάρια φέρνεις πάντα εξάρες!" Ο μπάρμαν με κοίταξε περίεργα, προφανώς θα σκέφτηκε σε ποιόν μιλάω... του έκανα νόημα να έρθει κοντά. "Φαντάσματα" του ψιθύρισα στο αυτί, "κι εγώ δεν έχω ψυχή, βάλε άλλο ένα κι αν έχεις, βάλε και Madrugada". Ως γνήσιος Ιρλανδός δεν είχε Νορβηγούς στο μενού. Συμβιβάστηκα με το κρασί. Ο τύπος δίπλα μου με κοιτούσε ακόμη με αχόρταγα μάτια. Εγώ κοιτούσα το διάβολο κι εκείνος, στριφογύριζε στα δάχτυλά του τα ζάρια. Έτοιμος για μια γύρα ακόμη. Για άλλη μια κερδισμένη παρτίδα! Ποιος νοιάζεται σκέφτηκα. Εγώ δεν έχω πια ψυχή κι ο διάβολος δεν πίνει κρασί... Ρίξε, ούρλιαξα, δεν έχει τίποτα πια για σένα εδώ... Ο μπάρμαν θορυβήθηκε και με κοίταξε με απορία. "Σσσσ, φαντάσματα", του είπα χαμογελώντας "τα εξαγνίζω με κρασί!".

Poem versions


 
COMMENTS