11

author:  andreaswine
0.0/5 | 0


Σταμάτησα σε έναν παπατζή, στο δρόμο.

Μου λέει «εδώ παπάς εκεί παπάς που είναι ο παπάς»?

«εδώ» και του δείχνω με το δάχτυλο μου
Το βρήκα


Μπερδεύει τα χαρτιά και ξαναλέει
«εδώ παπάς εκεί παπάς που είναι ο παπάς»?

«εδώ» του δείχνω και το ξαναβρήσκω
«τελευταία φορά» μου λέει
«εδώ παπάς εκεί παπάς που είναι ο παπάς»?
«εδώ» του λέω και σαν γύρισε το φύλλο
Κι είδε πως το είχα βρει με έπιασε απ τον λαιμό


«έχεις καρδιά»?

«όχι» του λέω

«έχεις μυαλό»?

«όχι» του λέω

«έχεις αγάπη»?
«όχι» του λέω

«τότε χάσου από δω κι άσε να παίξει κανείς δυστυχισμένος.
εσύ πήγαινε να παίξεις με κανέναν κλόουν ή ζητιάνο. δεν είναι παιχνίδι αυτό για σένα»


Συνέχισα τον δρόμο μου κ συνάντησα έναν που περίμενε περαστικό να του γυαλίσει
τα παπούτσια

«πιο καλά» του λέω

«θα πας πουθενά καλεσμένος»?

«όχι» του λέω

«θα πας πουθενά επίσημα»?

«όχι» του λέω

«θα πας πουθενά ντροπιασμένος ή παρακατιανός»?

«όχι» του λέω

«τότε είναι εντάξει τα παπούτσια σου»

Πέφτω πάνω σε έναν λαχειοπώλη
«έχω λεφτά» του λέω

«τράβα έναν λαχνό»

«τράβα εσύ για μένα»

«μήπως είσαι πρωτάρης»?

«όχι» του λέω

«μήπως είσαι κανένας τσαρλατάνος»?

«όχι» του λέω

«τότε να….πάρε το 11.αυτός δεν είναι ο τυχερός σου αριθμός»?

«ναι πως το ξέρεις»?

«πάρ’το αλλά να ξέρεις πως θα χάσεις»

«γιατί»?

«όσοι πιστεύουν στην τύχη ή εμπιστεύονται όπως εσύ εμένα
Πέφτουν στον λάκκο που οι ίδιοι άνοιξαν»

Πήρα το 11 και έφυγα .το κρατούσα στο χέρι μέχρι που είδα μια πόρνη σε μια γωνία να περιμένει πελάτη.

«πόσα θες»? την ρωτάω
«πόσα δίνεις»?

«όλα»
«όλα»?

«ναι είσαι τυχερή.σε άλλους που τα έδινα δεν τα έπαιρναν»
«πόσα έχεις»?
«όσα θέλεις»
«τότε δώσμου να μετρήσω και μετά με κάνεις σκλάβα σου»


«τα λεφτά αγοράζουν ανθρώπους»?

«αγοράζουν ώρα» μου απαντάει

«αγοράζουν αισθήματα»?

«αγοράζουν ώρα» μου απαντάει

«αγοράζουν αίμα»?

«αγοράζουν ώρα» μου απαντάει

«αγοράζουν δάκρυ»?

«αγοράζουν ώρα» μου απαντάει

«αγοράζουν κάτι»?

«νοίκι. Μόνο νοικιάζουν τα χρήματα. θα με νοικιάσεις για όσα χρήματα έχεις»
«όχι»

«τι όχι? με τόσα χρήματα νοικιάζεις πολλές σαν έμενα»
«προτιμώ να τα κάψω και μαζί τους να καούν όλα»


Έφυγα κι από εκεί και βρέθηκα μπροστά στο τμήμα

«μπορώ να μπω»?
«τι ψάχνεις»?
«λίγη ηρεμία»
«εδώ δεν έχει»
«τι θέλετε για να με αφήσετε να μπω»?
«τίποτα»
«τι μπορώ να κάνω για να μπω»?
«κάποιο έγκλημα και να μας ειδοποιήσεις έγκαιρα»
«χωρίς έγκλημα δεν μπαίνω? Δεν μου λες? Μήπως θες λεφτά? πόσα θες?»
«φύγε εσύ δεν κάνεις για εδώ»
«μα εδώ θέλω να μπω»
«φύγε σου λέω θα βρεις μπελά»


Δίπλα στο τμήμα είχε μια καντίνα
«τι φτιάχνεις»?

«χοτ ντογκ»

«με ψωμί»?

«ναι»

«και με λουκάνικο»

«ναι»

«βάζεις και κέτσαπ»?

«ναι»

«και μουστάρδα»?

«όπως όλα τα χοτ ντογκ»

«καλά… δεν μου λες…έχεις νερό»?

«όχι»

«κρασί»?

«όχι»


Εκείνο το βράδυ που τριγυρνούσα ανάμεσα στους νυχτόβιους τους περιθωριακούς και τις πόρνες κατέληξα έξω από ένα ψηλό κτήριο που ήταν περικυκλωμένο με χοντρά σκουριασμένα κάγκελα.
Στην πύλη στεκόταν κάποιος σαν νυχτοφύλακας

«έχεις ένα κρεβάτι γι απόψε»?

«τι το θες»?

«να ξαπλώσω να κοιμηθώ και μόλις ξημερώσει θα φύγω»
«τι το θες»?

«να είμαι λίγο κουρασμένος. Θέλω να ξαπλώσω και να κοιμηθώ»

«τι το θες?»

«να ξεκουραστώ.μόνο γι αυτό το θέλω»

«δεν μ ακούς. Τι το θες σε ρωτάω»

«ένα κρεβάτι έχεις?μόνο ένα κρεβάτι θέλω»

«άκου περίεργε όποιος μπαίνει εδώ δεν νοιάζεται τόσο για το κρεβάτι»

«τι τον νοιάζει δηλαδή»?

«άλλα»

«όπως»?

«μπες και θα δεις»

Το πρωί που ξύπνησα μου πρόσφεραν τσιγάρα ζεστό καφέ κι όλοι συστήνονταν.
Άκουγα από τον διάδρομο να καλούν κι άλλους.
«ελάτε να γνωρίσετε τον καινούριο μας φίλο»
Σε αυτό το κτήριο έχω πολλούς φίλους.
Και κανείς δεν ρωτά κανέναν αν έχει κάτι.
«έχεις καρδιά,μυαλό,ψυχή» και τέτοια
Εδώ τα έχουμε όλα και τα μοιραζόμαστε.
Αυτό είναι το σπίτι μου
Κι έχουμε καλό κρασί
Ναι
Αν με ρωτήσεις θα σου απαντήσω
Έχουμε καλό κρασί



 
COMMENTS