Πλατεία Θεάτρου

author:  andreaswine
5.0/5 | 1


Πάρε την Δραγατσανίου από Κλαυθμώνος και κατέβα την Ευριπίδου.


Ήδη άφησες πίσω σου τα κλάματα των δημοσίων υπαλλήλων και σε βρήκε η τραγωδία.

Μόλις περάσεις τα σύνορα Αθηνάς, εισβάλεις στον υπόκοσμο.

Σε πήρε η βαριά μυρωδιά των μπαχαρικών. Κοιτάς τον τούρκο να στοιβάζει παστουρμάδες και συνεχίζεις. Κάθε βήμα και πιο κοντά στην πλατεία θεάτρου.
Εσείς τ’ακούτε εγώ τα ζω.


Μόλις φτάσεις ρώτα για τον Σίνο. Αν σου πουν δεν γύρισε από Αίγυπτο ζήτα τον Άφσιν.
Περπάτα πάνω από τους ξαπλωμένους και στην κοκκινομάλλα που θα προσφερθεί να στον γλύψει για ένα δεκάρικο, απάντα με στοργή.


Κοίτα τους όλους στα μάτια. Και τους μαύρους να μην τους ακουμπάς.
Περίμενε την σειρά σου. Απόψε ήσουν άτυχος. Έπεσες πάνω στην ώρα που φορτώνουν για Πατήσια.


Μέχρι να σου γνέψει ο Άφσιν άναψε τσιγάρο και πιάσε κουβέντα.
Σου μοιάζουν φαντάσματα αλλά δεν είναι.
Εσείς τα διαβάσατε κάπου εγώ τα ζω.


Αν πέσεις σε τσακωμό ή σε μαχαίρια κάνε καμιά βόλτα και γύρνα μετά.
Τα χέρια να μην τα βγάλεις απ΄τις τσέπες αν δεν είναι για τσιγάρο ή για χειραψία.


Μόλις το πάρεις πες ευχαριστώ και καληνύχτα γύρνα από εκεί που ήρθες και κλείσε τα αυτιά σου.
Η κοκκινομάλλα θα ξανάρθει αυτή την φορά θα σου δοθεί για ένα τσιγάρο.

Ο μαύρος αν περάσεις από κοντά του, από παρεξήγηση θα ζητήσει καβγά.
Εσύ ξέρεις από πού παίρνεις και πόσο ρισκάρεις.
Φύγε όπως ήρθες.
Εσείς τα ξέρετε εγώ τα ζω.


Το κεφάλι ψηλά στην ανηφόρα τα αυτοκίνητα περνούν ξυστά σου.
Είσαι ο πιο ταιριαστός ύποπτος. Κοτσίδα, γυαλιά ,μπουφάν αεροπορίας, στενό τζίν, τσάντα στον ώμο και άρβυλα.


Ευριπίδου και Αθηνάς στρίβεις δεξιά και πιάνεις την Κολοκοτρώνη.
Σκέφτεσαι πως την ζωή, την νιώθεις σε στιγμές θανάτου.
Συγκρίνεσαι με αυτούς που οδηγούν με υπερβολική ταχύτητα, με αυτούς που κάνουν μπάντζι και μ’αυτούς που βουτούν για ένα μαργαριτάρι.


Αλλά το δικό σου παιχνίδι είναι η αστυνομία.
Περνάς από τον σκοπό στο τμήμα και τον ρωτάς τι ώρα είναι.
Μπαίνεις από Καπνικαρέα και στην Ερμού ρωτάς ξανά τον πρώτο μπάτσο για το πώς θα βρεις το μετρό γιατί δεν είσαι από εδώ.
Εσείς τα διαβάζετε εγώ τα ζω.


Δεν είναι μαγκιά να κοροιδεύεις τους μπάτσους.
Ο πατέρας σου ήταν μπάτσος.
Τον πενηντάρη τον καράφλα που συνάντησες απόψε να κάθετε στην παρκαρισμένη μηχανή του να θυμάσαι πως αύριο μπορεί να σου περνά χειροπέδες.
Κι εσύ τον κοιτούσες με τόσο μίσος κι απαξίωση έξω απ’το υπουργείο παιδείας σαν να προκαλούσες να σε σταματήσει.


Ήθελες να το νιώσεις στον υπερθετικό του βαθμό.
Διαλέγεις παρασκευές σάββατα και κυριακές να πηγαίνεις κατά τις 11.
Να βλέπεις όλα τα παιδιά της ηλικίας σου πιασμένα από το χέρι να γυρεύουν μπαρ και παρέες ενώ εσύ θες να ανήκεις στους κατατρεγμένους.
Θες να δεις τους γονείς σου να είναι σε ζευγάρια αγκαζέ και να συζητούν στον δρόμο για πολιτική.
Εσείς τα ακούσατε στις ειδήσεις τα διαβάσατε στην φυλλάδα σας τα μάθατε στην γειτονιά σας κι εγώ τα ζω.


Τα ζω τα μεσημέρια. Στις απεργίες. Αλλά και στις γιορτές.
Το λεωφορείο σε άφησε κοντά στο σπίτι.
Στην υπόγεια διάβαση έβγαλες το πράμα από την τσάντα και το μύρισες.
Τώρα ο δρόμος προς το σπίτι, σου φαίνετε ακόμα πιο μακρύς.
Το αργότερο σε μια εβδομάδα θα διαβείς την ίδια διαδρομή.

Και τότε κι εσύ θα ξέρεις και αυτοί θα ξέρουν. Κι εσύ θα ζεις κι αυτοί θα ζουν.

Poem versions


 
COMMENTS


My rating

My rating:  
28.06.2011,  andreaswine